Οι λαλιές της γης

Κείμενο: Robert Macfarlane

Μετάφραση: Αναστασία Καραβασιλείου

Για πάνω από μια δεκαετία συλλέγω λέξεις για τον τόπο: τις μάζευα μεμονωμένα από συνομιλίες, επιστολές ή βιβλία και τις κατέγραφα σε περιοδικά ή σε χαρτάκια. Κατά καιρούς πέφτω πάνω σε έναν θαμμένο διαμάντι: ένα δημώδες λεξικό ή εξαιρετικούς ανθρώπους· θησαυροφυλάκια που έχουν περισώσει μερικούς λαμπρούς θησαυρούς. Ένας τέτοιος θησαυρός εμφανίστηκε στα αγκυροβόλια του εξωτερικού νησιού Λούις της Καραϊβικής το 2007. Εκεί, μου έδειξαν ένα Γλωσσάρι τύρφης· μια λίστα λέξεων από τις εκατοντάδες τον Γκαέλικων όρων σχετικά με τον χερσότοπο που καταλαμβάνει μεγάλο μέρος του εσωτερικού του Λούις. Ένα μέρος της γλώσσας που έχει καταγραφεί ομιλείται ακόμη, αλλά το μεγαλύτερο έχει πέσει σε αχρηστία.

Την ίδια χρονιά που είδα για πρώτη φορά το Γλωσσάριο Τύρφης, εκδόθηκε μια νέα έκδοση του Λεξικού της Οξφόρδης για παιδιά [Oxford Junior Dictionary]. Ένας υποψιασμένος αναγνώστης παρατήρησε ότι είχαν εξοβελιστεί πολλές λέξεις που σχετίζονταν με τη φύση. Υπό πίεση, η Oxford University Press αποκάλυψε μια λίστα με καταχωρήσεις που δεν θεωρούνταν πλέον ότι σχετίζονται με τη σύγχρονη παιδική ηλικία. Οι διαγραφές περιελάμβαναν λέξεις όπως το βελανίδι, η έχιδνα, η φλαμουριά, η οξιά, η καμπανούλα, η νεραγκούλα, ο ίουλος, το αγριοκάστανο, η πριμούλα, το κυκνάκι, η πικραλίδα, η φτέρη, η φουντουκιά, η ερείκη, ο ερωδιός, ο κισσός, η αλκυόνα, ο κορυδαλλός, ο ιξός (γκι), το νέκταρ, η σαλαμάνδρα, η βίδρα, το βοσκοτόπι και η ιτιά. Οι λέξεις που εισήχθησαν στη νέα έκδοση περιελάμβαναν τα επισύναψη, γράφημα, μπλογκ, ευρυζωνικός, λίστα με κουκίδες (bulletpoint), διασημότητα (celebrity), chatroom, επιτροπή, αντιγραφή-επικόλληση, mp3 player και φωνητικό ταχυδρομείο.

Οι αντικαταστάσεις που έγιναν στο λεξικό –η εξοχή και η φύση αντικαταστάθηκε από τον εσωτερικό χώρο και την εικονική πραγματικότητα– είναι ένα μικρό, αλλά σημαντικό σύμπτωμα της προσομοιωμένης ζωής, στην οποία μπαίνουμε όλο και πιο πολύ. Τα παιδιά είναι τώρα (και επάξια) έμπειροι οικολόγοι του κυβερνοχώρου, με αναρίθμητους όρους για τύπους αρχείων, αλλά λίγους για τους διαφορετικούς τύπους δέντρων και πλασμάτων. Ένας βασικός γραμματισμός του τοπίου εξαφανίζεται με το πέρασμα των χρόνων. Κι αυτό που χάνεται μαζί με αυτόν τον γραμματισμό είναι κάτι πολύτιμο: ένα είδος λεκτικής μαγείας, η δύναμη που διαθέτουν ορισμένοι όροι, για να μαγεύουν τις σχέσεις μας με την φύση και τον τόπο. Όπως παρατήρησε και ο συγγραφέας Henry Porter, οι διαγραφές από τις Πανεπιστημιακές εκδόσεις της Οξφόρδης απομάκρυναν το «ευφωνικό λεξιλόγιο του φυσικού κόσμου – λέξεις που δεν σημαίνουν απλώς ένα αντικείμενο ή μια πράξη, αλλά κατά κάποιον μυστηριώδη και όμορφο τρόπο γίνονται μέρος του».

Σκεφτείτε τη λέξη ammil, έναν όρο που στο Ντέβον σημαίνει «η λάμψη του πρωινού φωτός του ήλιου εν μέσω παγετού»· μια όμορφη ακριβής λέξη για ένα σύντομο φαινόμενο, που έχω δει αρκετές φορές, αλλά ποτέ δεν κατόρθωσα να κατονομάσω. Στη διάλεκτο Σέτλαντ[1] υπάρχει μια λέξη, η pirr, που σημαίνει «μια ελαφριά πνοή αέρα, όπως το σημάδι που αφήνει το πάτημα μιας γάτας στο νερό»· και μια άλλη, η klett, για «έναν χαμηλό σταθερό βράχο στην ακτή». Στην περιοχή Έξμουρ, το zwer είναι ο ονοματοποιητικός όρος για τον ήχο που παράγεται από έναν όρμο με πέρδικες που πετούν. Το smeuse είναι ένα ουσιαστικό της διαλέκτου του Σάσεξ για «το κενό στη βάση ενός φράκτη, που δημιουργείται από την τακτική διέλευση ενός μικρού ζώου»· τώρα που γνωρίζω τη λέξη smeuse, θα παρατηρώ πιο συχνά αυτά τα σημάδια της δημιουργικής κίνησης.

Οι παραλλαγές των αγγλικών όρων για το παγάκι – aquabob (Κεντ), clinkerbell και daggler (Ουέσεξ), cancervell (Έξμουρ), ickle (Γιόρκσερ), tankle (Ντούραμ), shuckle (Κάμπρια)— δημιουργούν από μόνες τους ένα κουδουνιστό ποίημα. Το blinter είναι μία λέξη της βόρειας Σκωτίας, που σημαίνει «ένα κρύο θάμβος», που υποδηλώνει ιδιαίτερα «τη λάμψη των χειμερινών άστρων σε μια καθαρή νύχτα» ή «τα θραύσματα πάγου που έλκουν τον χαμηλό φωτισμό». Αμέσως η λέξη ανοίγει προοπτικές: το περπάτημα προς τον ήλιο μέσα στο χιόνι αργά μια μέρα στο καταχείμωνο, με τον άνεμο να στροβιλίζει στον αέρα σταγονίδια θαλασσινού νερού έτσι, που η σκόνη πάγου λειτουργεί σαν πρισματική ομίχλη, διαθλώντας τον ήλιο στα χλωμά και ξεχωριστά χρώματα· ή η έξοδος σε έναν κήπο της πόλης μια ψυχρή νύχτα Νοεμβρίου, με τα φωτισμένα παράθυρα των σπιτιών και την πορτοκαλί λάμψη του φωτός του δρόμου τριγύρω, ενώ τα αστέρια τρεμοπαίζουν από πάνω στον δυνατό παγωμένο άνεμο.

Δεν θα μπορούσα να μαντέψω την ύπαρξη τόσων πολλών όρων για την κοπριά των ζώων· από το crottle (ένας όρος των δασονόμων για τα περιττώματα των λαγών), μέχρι το doofers (των Σκωτσέζων για τα σκατά των αλόγων), το εκφραστικό ujller (όρος Σετλάντικ για την «άσεμνη βρωμιά που εκπέμπει ένας σωρός κοπριάς») και το turdstool (της Δυτικής Χώρας[2] για μια πολύ σημαντική ποσότητα σβουνιάς). Ούτε ήξερα ότι το όνομα για το βραχοκιρκίνεζο σε μια διάλεκτο, μαζί με τόσες ευστοχίες, όπως τα windhover και bell-hawk είναι wind-fucker[3] [σήμερα αντιστοιχεί σε βρισιά]. Μόλις κανείς το μάθει, δεν το ξεχνάει ποτέ· είναι δύσκολο τώρα να μη δει κανείς στο φτερούγισμα του βραχοκιρκίνεζου ένα είδος ηδονικής ανατριχίλας.

Στην Ιστορία της υπαίθρου [The history of the countryside], ο μεγάλος βοτανολόγος Oliver Rackham περιγράφει τέσσερις τρόπους, με τους οποίους «χάνεται το τοπίο»: μέσω της απώλειας της ομορφιάς, της απώλειας της ελευθερίας, της απώλειας της άγριας ζωής και της βλάστησης και της απώλειας του νοήματος. Θαυμάζω τον τρόπο που η αισθητική, η ανθρώπινη εμπειρία, η οικολογία και η σημασιολογία έχουν ίση θέση στη λίστα του. Από αυτές τις απώλειες η τελευταία μετριέται πιο δύσκολα.

Η φύση δεν ονοματίζει τον εαυτό της.

Φυσικά, δεν πιστεύω ότι τέτοιες λέξεις θα μας προσκαλέσουν μαγικά σε μια καθαρή σφαίρα αρμονίας και επικοινωνίας με τη φύση. Περισσότερο θα μπορούσαν να προσφέρουν ένα «εύθυμο» λεξιλόγιο, όπως εννοούσε τη λέξη ο φιλόσοφος Ivan Illich, εννοώντας τον εμπλουτισμό της ζωής, την όξυνση της φαντασίας και «την ενθάρρυνση των δημιουργικών σχέσεων μεταξύ των ανθρώπων με τη φύση και μεταξύ τους». Κι ίσως το ζωντάνεμα που προκαλούν αυτά τα γλωσσάρια στην αντίληψη μπορεί να διαποτίσει τις ξηρές μεταγλώσσες της σύγχρονης χάραξης πολιτικής (το Τμήμα Περιβάλλοντος, Τροφίμων και Αγροτικών Υποθέσεων, για παράδειγμα, προσφέρει ταυτολογική ανυδρία, όπως «Χρήση της γης: η χρήση στην οποία τίθεται ένα κομμάτι γης»). Γιατί δεν υπάρχει μια ενιαία βουνίσια γλώσσα, αλλά μια σειρά από βουνίσιες γλώσσες· ούτε μια θαλασσινή γλώσσα, αλλά ένα παλίμψηστο θαλασσινών γλωσσών· καμία μοναδική γλώσσα των δασών, αλλά ένα δάσος τέτοιων γλωσσών.

Από τα ταξίδια μου ως τώρα, κατάλαβα ότι, παρόλο που οι λέξεις για τους τόπους χάνονται, άλλο τόσο αναδημιουργούνται. Συνάντησα έναν ζωγράφο στις Εβρίδες, που χρησιμοποίησε το landskein [τοπίζειν], για να αναφερθεί στην πλέξη των μπλε γραμμών του ορίζοντα στην περιοχή των λόφων μια μουντή μέρα· και ένα πεντάχρονο κορίτσι, που επινόησε το honeyfur [μελένια γούνα], για να περιγράψει τους απαλούς σπόρους του χορταριού, όταν τους κρατάμε στα δάχτυλά μας. Ο John Constable εφηύρε το ρήμα to sky [ουρανεύω], που σημαίνει «να ξαπλώνεις ανάσκελα και να μελετάς τα σύννεφα». Έχουμε ξεχάσει δέκα χιλιάδες λέξεις για τα τοπία μας, αλλά θα φτιάξουμε άλλες δέκα χιλιάδες, προϊόντος του χρόνου.

Φυσικά, υπάρχουν εμπειρίες τοπίου, που θα αντιστέκονται πάντα κατά την άρθρωσή τους και οι λέξεις τους αποδίδουν μόνο μια απομακρυσμένη ηχώ· ή για άλλες η σιωπή είναι η καλύτερη απάντηση. Η φύση δεν ονοματίζει τον εαυτό της. Ο γρανίτης δεν αυτοπροσδιορίζεται ως πυριγενής. Το φως δεν έχει γραμματική. Η γλώσσα πάντα ακολουθεί το αντικείμενό της. Μερικές φορές, στην κορυφή ενός βουνού λέω απλώς, «Α!».

Ο Robert Macfarlane μένει στο Cambridge και είναι συγγραφέας τωνThe Wild Places and The Old Ways. Το κείμενο αυτό αποτελεί προσαρμογή από μέρος του βιβλίου του Landmarks. Στην Ελλάδα είναι γνωστός για το βιβλίο του Υπογαία.

Το αρχικό άρθρο εδώ:


[1]Shetlan/Shetlandic [ΣτΜ]: διάλεκτος που αναφέρεται στους νησιώτες Σκωτσέζους και ομιλείται στην ομώνυμη περιοχή· ένα αρχιπέλαγος στα βόρεια της ηπειρωτικής Σκωτίας. [ΣτΜ]

[2]West Country [ΣτΜ]: είναι ένας όρος που περιλαμβάνει την περιοχή της Νοτιοδυτικής Αγγλίας ή τμήματα των κομητειών της της Κορνουάλης, του Ντέβον, του Ντόρσετ, του Σόμερσετ, του Μπρίστολ και, λιγότερο συχνά, του Γουίλτσαϊρ, του Γκλόστερσερ και του Χέρεφορντσίρ. Η Δυτική Χώρα έχει μια χαρακτηριστική τοπική διάλεκτο και προφορά και είναι η πατρίδα της Κορνουαλικής γλώσσας.

[3] ΣτΜ: Η λέξη fucker σήμαινε αρχικά αυτόν που χτυπά, που προσκρούει.

0 0 vote
Article Rating
Subscribe
Notify of
guest
2 Comments
Newest
Oldest Most Voted
Inline Feedbacks
View all comments
Σπύρος
Σπύρος
1 year ago

Η ζωντάνια της γλώσσας αντικατοπτρίζει την κοινωνική πραγματικότητα. Όσο ο άνθρωπος (βίαια) απομακρύνεται από το φυσικό περιβάλλον, τόσο μεταβάλεται και το σχετικό λεξιλόγειο. Μήπως η σχέση της “βίαιης” μετακίνησης συνδέεται με την υοθέτηση της μεταβολής της γλώσσας από κυρίαρχα ιδρύματα; Η αναφορά όλων αυτών των λεκτικών ιδιωμάτων που περιγράφουν με… Read more »

Μαργαριτα Πατσίκα
Μαργαριτα Πατσίκα
1 year ago

Πολυ ενδιαφέρον! 👍