Ινδιάνικος Χειμώνας, Frederic Roux

Η εναλλαγή των εποχών μοιάζει κρυμμένη από τις οθόνες και τις θεωρίες περί κλιματικών αλλαγών. Κυρίως, όμως, κρύβεται πίσω από τα μεγαθήρια, φτιαγμένα από ατσάλι και τσιμέντο. Όλα φαίνονται να μην αλλάζουν. Σαν βαριά σκονισμένη κουρτίνα ο σύγχρονος τεχνολογικός πολιτισμός καλύπτει την γέννηση και τη φθορά, τον θάνατο και την αναγέννηση. Ο θάνατος της φύσης είναι εξίσου απαραίτητος με την κορύφωση του ήλιου και της ζωής. Οι βιορυθμοί και οι συνήθειες μιας μηχανής αποκοίμισαν τελείως τις αισθήσεις.

Αυτός είναι και ο λόγος που οι Μάκα είναι βυθισμένοι σε έναν ατέλειωτο ινδιάνικο χειμώνα⸱ η μηχανική λειτουργία μιας συνήθειας. Η φυλή Μάκα (Makah) είναι οι ιθαγενείς της βορειοδυτικής ακτής του Ειρηνικού, που ζουν στη σημερινή Washington. Η ύπαρξή τους ορίζεται από την προ και μετά την κατάκτηση εποχή, όταν και μετατράπηκαν από κυνηγοί θηραμάτων του δάσους και της θάλασσας, σε κυνηγούς του αλκοόλ και της λήθης. Βυθισμένους στο πουθενά τους βρίσκει ο αφηγητής του μυθιστορήματος.

Ο ένας αφηγητής μόλις βγήκε από τη φυλακή, επειδή χτύπησε κάποιον σε καβγά σε ένα μπαρ, ο αδερφός του, σκιά του πρώτου, κάνει μικροκλοπές και πίνει διαρκώς, ζώντας σε μια εξαθλιωμένη και βρόμικη καλύβα, όπως όλοι οι Μάκα. Ο τρίτος, πρώην βετεράνος του Βιετνάμ, που αγαπά κρυφά την ποίηση και την λογοτεχνία. Ο τέταρτος, ο γιος του βετεράνου, εμπειροπόλεμος κι αυτός από τον πόλεμο στο Ιράκ, προσπαθεί να βρει τον εαυτό του στην ανωνυμία της μεγάλης πόλης. Οι άλλοι δυο, ιδιαίτερες περιπτώσεις από κάθε άποψη: ο ένας μανιώδης του σεξ, εκμεταλλεύεται σεξουαλικά και οικονομικά πλούσιες μεσήλικες γυναίκες, υποσχόμενος γαλήνη και ηρεμία, ενώ ο άλλος, ένας μυστηριώδης γίγαντας που με το ηλεκτρικό του πριόνι σκαλίζει πάνω σε δέντρα πορτρέτα του Έλβις.

Το κοινό όλων είναι ότι θέλουν να κάνουν ένα άλμα από τα βάθη του Ινδιάνικου χειμώνα που δεν τελειώνει ποτέ, επιχειρούν να αποδράσουν από το στερεότυπο του παρακμιακού αλκοολικού ινδιάνου, που δεν κατόρθωσε τίποτε στη ζωή του. Αλλά δεν θέλουν να το κάνουν με τους όρους των λευκών. Δεν θέλουν μια τακτοποιημένη ζωή, όπως ορίζει το λευκό «πρωτόκολλο». Αποζητούν ένα αληθινό άλμα στην ελευθερία.

Τη λύση δίνει ο Σταντ, ο άρτι αποφυλακισθείς, που είχε χρόνο να σκεφτεί στη φυλακή, απέχοντας από το ποτό. Βγαίνει μεταμορφωμένος, αφού έχει περάσει τη μύησή του στο κελί του, γεμάτος τατουάζ. Κατά ειρωνικό τρόπο, η άλλοτε εθελούσια απομόνωση σε μια καλύβα και η δερματοστιξία που θα όριζε τη διαβατήρια τελετή σε μια νέα κατάσταση ωριμότητας, μετατρέπεται σε αυτή την περίπτωση σε μια ακούσια μύηση, σε έναν μη τόπο, τον χώρο της φυλακής. Απομονωμένος από το παρελθόν και το μέλλον, καταδικασμένος στο παρόν του κελιού του, ο Σταν βρίσκει τρόπο να κάνει το άλμα. Σε αυτό θα πάρει μαζί του όλη την «γλυκιά συμμορία».

Το άλμα εκκινεί όλη τη δράση. Θέλουν να ξεφύγουν από τον βούρκο που τους έριξαν οι λευκοί, μετατρέποντας τον παράδεισό τους σε τουριστικό αξιοθέατο και τόπο φαλαινοθηρών (μέχρι να εξαντλήσουν τους φυσικούς πόρους), αλλά δεν θέλουν να μετατραπούν σε άβουλα υποχείρια των διωκτών τους. Αποφασίσουν να πάρουν τον αντίστροφο δρόμο και να αναζητήσουν τις ρίζες τους, από καιρό χαμένες και ξεχασμένες.

Με εξαιρετικά εύστοχο και αστείο τρόπο, ο συγγραφέας (Frederic Roux) κατορθώνει να δώσει την ουσία του προβλήματος. Οι ιθαγενείς είναι πια από καιρό ξεκομμένοι από τον τόπο τους, δεν υπάρχει τρόπος να ζήσουν όπως οι πρόγονοί τους, επειδή η γνώση χάθηκε κι οι σημερινοί μεγαλύτεροι σε ηλικία είναι καρικατούρες των σοφών της φυλής. Ο Σταντ, λοιπόν, έχει την ιδέα να ξαναγίνουν κυνηγοί φαλαινών, όπως οι αρχαίοι τους πρόγονοι. Κανείς δεν ξέρει τον τρόπο, αλλά όλοι σιγά-σιγά υποκύπτουν στο σχέδιο και κάνουν τα πάντα για την υλοποίησή του.

Τα εμπόδιά τους, όμως, δεν περιορίζονται στην άγνοια. Απέναντί τους θα βρουν φανατικούς οικολόγους, που με το πρόσχημα της προστασίας του περιβάλλοντος, κάνουν καριέρα, συντηρητικούς λευκούς, που κινδυνεύουν να χάσουν το ηθικό τους πλεονέκτημα, δημοσιογράφοι που η επιβίωσή τους εξαρτάται από την κατασκευή κακών και εν τέλει τον ίδιο το νόμο και την αστυνομία.

Μέσα από όλες αυτές τις συμπληγάδες μπορεί να μην βγαίνουν ακέραιοι, αλλά κατορθώνουν να κάνουν το άλμα την κατάλληλη στιγμή. Να βρουν αυτή την ενδιάμεση κατάσταση μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, στο χάραμα της ανθρώπινης ύπαρξης, να ξεφύγουν από τη μοίρα που τους επεφύλαξαν φίλοι και εχθροί. Με έναν τρόπο βρίσκουν αυτή την μοναδική αιώνια στιγμή ελευθερίας, που δεν μορφοποιείται, αλλά μένει ρευστή. Κάπου εκεί τελειώνει για αυτούς ο Ινδιάνικος Χειμώνας.

Αναστασία Καραβασιλείου

0 0 vote
Article Rating
Subscribe
Notify of
guest
0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments